ένορκοι

ένορκοι
Δικαστικός θεσμός ο οποίος διαμορφώθηκε στον χώρο της αγγλοσαξονικής νομικής παράδοσης. Αναφέρεται σε ένα σώμα πολιτών, όχι δικαστών, από τους οποίους ζητείται, αφού δώσουν τον νόμιμο όρκο (απ’ όπου προέκυψε και ο όρος έ.) να αποφανθούν για τα πραγματικά γεγονότα κατά τις φάσεις της ποινικής δίκης. Τα νομικά ζητήματα παραμένουν, αντίθετα, στην αρμοδιότητα των δικαστών. Οι πρώτες αναφορές σχετικά με δίκες από ε. ανάγονται στην εποχή των Νορμανδών (κακουργιοδικείο του Κλάρεντον, 1166). Ο θεσμός σημείωσε τη μεγαλύτερη ανάπτυξή του στην Αγγλία κατά τους αιώνες που ακολούθησαν, οπότε και καθιερώθηκε ακόμα και στη φάση της ανάκρισης και της δίκης. Κατά την πρώτη φάση, ένα συμβούλιο που ονομαζόταν έ. κατηγορίας και, εξαιτίας του αριθμού των μελών του, μεγάλο συμβούλιο ε. (Grand Jury), αποφάσιζε σχετικά με το θέμα της παραπομπής του κατηγορουμένου σε δίκη. Κατά τη δεύτερη φάση, ένα μικρό συμβούλιο ε. (Petit Petty Jury) αποφάσιζε σχετικά με την ευθύνη του κατηγορουμένου. Το σύστημα επέζησε με την καθολική αυτή μορφή σε πολλές ομόσπονδες πολιτείες των ΗΠΑ. Στην Αγγλία, οι έ. κατηγορίας καταργήθηκαν το 1933. Ορισμένες εφαρμογές του συστήματος υπήρξαν και στην ηπειρωτική Ευρώπη. Η Γαλλία υιοθέτησε το σύστημα σε όλη την έκτασή του κατά τη διάρκεια της Επανάστασης. Κατόπιν κατάργησε τους ε. κατηγορίας και αναγνώρισε στο μικρό σώμα των ε. το δικαίωμα να αποφαίνεται κατά πλειοψηφία. Στην Ελλάδα τα επαναστατικά Συντάγματα προέβλεψαν την εισαγωγή με νόμο των ορκωτών δικαστηρίων (Σύνταγμα Τροιζήνας, άρθρο 137, ηγεμονικό άρθρο 274). Ο θεσμός καθιερώθηκε οριστικά από τον Οργανισμό των Δικαστηρίων και κατοχυρώθηκε συνταγματικά με τα Συντάγματα του 1843 (με την πρόσθετη διευκρίνιση ότι τα πολιτικά εγκλήματα καθώς και τα εγκλήματα του Τύπου που δεν αφορούν τον ιδιωτικό βίο δικάζονται από ε.) και του 1864-1911. Το Σύνταγμα του 1927 προέβλεψε την επέκταση του θεσμού, ειδικότερα σε ό,τι αφορά τα αδικήματα των αστυνομικών διοικητών και δικαστικών υπαλλήλων που στρέφονται κατά των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Αντίθετα, το Σύνταγμα του 1952 περιόρισε την υποχρεωτική υπαγωγή σε ορκωτά δικαστήρια μόνο των κακουργημάτων, των πολιτικών εγκλημάτων και των εγκλημάτων του Τύπου που δεν αφορούν τον ιδιωτικό βίο. Πρόσθεσε, όμως, ότι για την εκδίκαση των παραπάνω εγκλημάτων του Τύπου θα μπορούσαν να ιδρυθούν με νόμο μεικτά δικαστήρια από δικαστές και ε., στα οποία οι έ. πρέπει να αποτελούν την πλειοψηφία. Την ίδρυση των μεικτών δικαστηρίων για τις ίδιες περιπτώσεις προέβλεπε, άλλωστε, και ο νέος ΚΠΔ του 1950 (άρθρα 8 και 110), ενώ σύμφωνα με τον ίδιο κώδικα, στα κακουργιοδικεία, τα οποία αποτελούνται από το δικαστήριο των συνέδρων και το δικαστήριο των ε., υπάγονται, σύμφωνα με τις κατά παράδοση συναφείς συνταγματικές διατάξεις, τα κακουργήματα γενικά και τα πολιτικά πλημμελήματα (καθώς και ορισμένα πλημμελήματα τα οποία διαπράττονται από δικηγόρους). Τα καθήκοντα των ε. ρυθμίζονται λεπτομερώς από τον ΚΠΔ. Οι έ. έχουν αποφασιστική εξουσία για όλα τα ζητήματα που αφορούν την ευθύνη και τον καταλογισμό ή μπορούν να επηρεάσουν την επιμέτρηση της ποινής. Οι αποφάσεις τους λαμβάνονται κατ’ απόλυτη πλειοψηφία. Το δικαστήριο των ε., στην περίπτωση αυτή, ονομάζεται αμιγές. Τις διατάξεις αυτές τροποποίησε ριζικά η IB’ Συντακτική Πράξη, με την οποία έγινε υπαγωγή σε μεικτά δικαστήρια, εκτός από τα εγκλήματα του Τύπου, και όλων των κακουργημάτων και των πολιτικών εγκλημάτων. Διατηρήθηκε, πάντως, η διάταξη που προβλέπει ότι οι έ. έχουν την πλειοψηφία σε αυτά τα δικαστήρια. Η σύνθεση των μεικτών κακουργιοδικείων ορίστηκε από τον Αναγκαστικό Νόμο 193/1967 σε πέντε ε. και τρεις συνέδρους (τακτικούς δικαστές), οι οποίοι αποφασίζουν μαζί για την ενοχή, την ποινή που θα επιβληθεί και τη συλλογή νέων αποδείξεων. Όμως, οι τρεις σύνεδροι αποφασίζουν μόνοι τους για έναν σημαντικό αριθμό ζητημάτων, ιδίως νομικών, που επηρεάζουν το αξιόποινο. Τον παραπάνω Αναγκαστικό Νόμο αντικατέστησε το νομοθετικό διάταγμα 804/71 περί μεικτών ορκωτών δικαστηρίων. Σύμφωνα με αυτό, το μεικτό ορκωτό δικαστήριο είναι αρμόδιο για την εκδίκαση των κακουργημάτων και των πολιτικών εγκλημάτων (εκτός από εκείνα που εξαιρούνται) και συγκροτείται στην έδρα πρωτοδικείου σε συνόδους των 24 ημερών κατά μήνα, πλην των μηνών Ιουλίου, Αυγούστου και Σεπτεμβρίου. Η σύνθεσή του απαρτίζεται από έναν εφέτη που τον ορίζει ο πρόεδρος των εφετών και τον οποίο μπορεί να αντικαταστήσει με τον πρόεδρο των πρωτοδικών, ο οποίος προεδρεύει, τρεις πρωτοδίκες που τους ορίζει ο πρόεδρος του δικαστηρίου και τρεις ε. που κληρώνονται από έναν ετήσιο κατάλογο, για κάθε σύνοδο και στη συνέχεια για κάθε δίκη. Οι έ. είναι πολίτες και των δύο φύλων που κατοικούν ή διαμένουν στην πόλη όπου εδρεύει το δικαστήριο. Ο νόμος καθορίζει με λεπτομέρειες τη διαδικασία κατάρτισης των καταλόγων και κλήρωσης των ε., τα προσόντα που πρέπει να έχουν, τα τυχόν κωλύματα ή τις ανικανότητες και γενικά τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους για την εμφάνιση και τη συμμετοχή στη δίκη, τις κυρώσεις των απουσιών τους και την αποζημίωση για την απασχόλησή τους, καθώς επίσης και το δικαίωμα εξαίρεσης των ε. από τον κατηγορούμενο και τον εισαγγελέα. Οι έ. αποφασίζουν μαζί με τους τακτικούς δικαστές για την ενοχή του κατηγορουμένου και την επιβλητέα ποινή, καθώς επίσης και για όλες τις ιδιαίτερες περιστάσεις που αφορούν την πράξη και την προσωπικότητα του δράστη και έχουν σχέση με την ενοχή και το ύψος της ποινής. Οι τακτικοί δικαστές αποφασίζουν μόνοι τους για ορισμένα καθαρά δικονομικά θέματα που απαιτούν ειδικές νομικές γνώσεις και δεν έχουν καμιά σχέση με την ουσία της υπόθεσης. Στο αγγλοσαξονικό δίκαιο είναι πολύ ισχυρός ο θεσμός των ενόρκων στις δίκες· στη φωτογραφία, συνεδρίαση ενόρκων σε δίκη στο Χιούστον του Τέξας των ΗΠΑ (φωτ. ΑΠΕ). Με τον νέο αντιτρομοκρατικό νόμο που ψηφίστηκε στη χώρα μας, οι δίκες για εγκλήματα τρομοκρατίας γίνονται χωρίς ενόρκους, ζήτημα που προκάλεσε διάφορες αντιδράσεις (φωτ. ΑΠΕ).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ἔνορκοι — ἔνορκος having sworn masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μεικτά Ορκωτά Δικαστήρια — Ποινικά δικαστήρια, στα οποία εντάσσονται τα μεικτά ορκωτά δικαστήρια και τα μεικτά ορκωτά εφετεία. Το μεικτό ορκωτό δικαστήριο είναι αρμόδιο για την εκδίκαση σε πρώτο βαθμό των κακουργημάτων (εκτός από αυτά που ανήκουν στην αρμοδιότητα των… …   Dictionary of Greek

  • δικαστής — Όρος που στη συνήθη του έννοια σημαίνει τον δημόσιο λειτουργό, o οποίος αποτελεί μέλος της δικαστικής αρχής και με την ιδιότητά του αυτή έχει δικαστικές αρμοδιότητες. Αντίθετα, υπό στενή έννοια ο όρος αφορά τους δημόσιους λειτουργούς που είναι… …   Dictionary of Greek

  • Ηλιαία — Το ανώτατο δικαστήριο της αρχαίας Αθήνας. Ονομάστηκε έτσι από το ρήμα αλίζω (συγκεντρώνω). Αρχικά Η. ονομαζόταν o τόπος που συγκεντρώνονταν οι δικαστές, αλλά αργότερα το όνομα δόθηκε και στο δικαστήριο. Ο θεσμός ανάγεται στα χρόνια του Σόλωνα ή… …   Dictionary of Greek

  • ένορκος — η, ο (AM ἔνορκος, ον) [όρκος] αυτός που επικυρώνεται με όρκο (α. «ένορκος κατάθεση» β. «παρακαταθήκην ἔνορκον», Δημοσθ.) νεοελλ. (το αρσ. πληθ. ως ουσ.) οι ένορκοι πολίτες οι οποίοι εκλέγονται με κλήρο από κατάλογο και απαρτίζουν μαζί με το… …   Dictionary of Greek

  • έντομος — η, ο (Α ἔντομος, ον) 1. ο χωρισμένος με εντομές 2. το ουδ. ως ουσ. το έντομο γενική ονομασία που περιλαμβάνει μικρά στο μέγεθος αρθρωτά ζώα τών οποίων το σώμα διαιρείται με εντομές σε τρία μέρη (κεφαλή, θώρακα και κοιλία) (οι μύγες, τα μυρμήγκια …   Dictionary of Greek

  • ηλιαία — Το ανώτατο δικαστήριο της αρχαίας Αθήνας. Ονομάστηκε έτσι από το ρήμα αλίζω (συγκεντρώνω). Αρχικά Η. ονομαζόταν o τόπος που συγκεντρώνονταν οι δικαστές, αλλά αργότερα το όνομα δόθηκε και στο δικαστήριο. Ο θεσμός ανάγεται στα χρόνια του Σόλωνα ή… …   Dictionary of Greek

  • δημόσιος λειτουργός — Κάθε πρόσωπο που συνεργάζεται συστηματικά για τη λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών, είτε είναι δημόσιος υπάλληλος είτε όχι, όπως, για παράδειγμα, οι στρατιώτες, οι ένορκοι, οι δικηγόροι, οι ιδιώτες μέλη επιτροπών, συμβουλίων, εθελοντές ή τιμητικά …   Dictionary of Greek

  • ηλιαστές — Με την ονομασία αυτή δηλώνονταν στην αρχαία Αθήνα τα μέλη της Ηλιαίας (βλ. λ.), του ανώτατου δικαστηρίου. Κατά τα χρόνια της πρώτης αθηναϊκής ηγεμονίας οι η. ήταν 6.000, εξακόσιοι δηλαδή από κάθε φυλή, εκλέγονταν με κλήρο κάθε χρόνο και έπρεπε να …   Dictionary of Greek

  • Λιούμετ, Σίντνεϊ — (Sidney Lumet, Φιλαδέλφεια 1924 –). Αμερικανός σκηνοθέτης, ηθοποιός, σεναριογράφος και παραγωγός του κινηματογράφου. Φοίτησε στο πανεπιστήμιο Κολούμπια και στο Actors Studio. Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του σε ηλικία 5 ετών ως παιδί θαύμα,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”